Από τον Νοέμβριο του 2007 η Τουρκία έχει εγείρει την αξίωση να δημιουργήσει κέντρο τσουνάμι και να έχει τον επιχειρησιακό έλεγχο όχι μόνο της Θάλασσας του Μαρμαρά και της Μαύρης Θάλασσας αλλά επίσης του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου. Αυτές οι αξιώσεις προσδίδουν σημαντική εθνική διάσταση στο θέμα του συστήματος τσουνάμι παρά το γεγονός ότι αυτό δεν έχει γίνει γνωστό μέχρι σήμερα.
Μετά το μεγάλο τσουνάμι της 26ης Δεκεμβρίου του 2004 που προκάλεσε βιβλική καταστροφή σε 12 χώρες του Ινδικού Ωκεανού, οι εθνικές αντιπροσωπείες των χωρών-μελών της UNESCO αποφάσισαν την εγκαθίδρυση συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης για τσουνάμι στις μεγάλες θάλασσες του πλανήτη δεδομένου ότι μέχρι τότε μόνο στον Ειρηνικό Ωκεανό υπήρχε τέτοιο σύστημα σε λειτουργία.Τον Σεπτέμβριο του 2010, η ελληνική κυβέρνηση δια νόμου ανέθεσε στο Εθνικό Αστεροσκοπείο τη λειτουργία του εθνικού κέντρου προειδοποίησης για τσουνάμι. Ουσιαστικά η προσπάθεια είχε ξεκινήσει μερικά χρόνια πριν και με τη σύμφωνη γνώμη όλων των αρμόδιων φορέων το Εθνικό Αστεροσκοπείο προετοίμαζε το σύστημα. Φαίνεται όμως ότι η προσπάθεια καρκινοβατεί και ότι η κύρια πηγή των προβλημάτων εντοπίζεται σε ορισμένες υπηρεσίες του Υπουργείου Εξωτερικών.
Η περιοχή της Μεσογείου και του ΒΑ Ατλαντικού (ΜΕΣΒΑΑ) επελέγη επίσης για την ανάπτυξη τέτοιου συστήματος και οι χώρες του Ευρω-Μεσογειακού χώρου εργάζονται για την επίτευξη αυτού του στόχου. Η Ελλάδα πρωτοπόρησε και αυτό φάνηκε από το γεγονός ότι τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο του 2008 επισκέφθηκαν την Αθήνα και μίλησαν στα ΜΜΕ με τα κολακευτικότερα λόγια για την πρόοδο που έχει σημειωθεί τόσο ο Γερμανός Διευθυντής της Υπηρεσίας Τσουνάμι της UNESCO Dr P. Koltermann όσο και ο Ιταλός Καθηγητής S. Tinti, Πρόεδρος του Συστήματος ΜΕΣΝΑΑ. Ο Διευθυντής Ερευνών του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών Δρ Γεράσιμος Παπαδόπουλος λέει: «Βρισκόμασταν πολύ κοντά να ξεκινήσουμε την πειραματική λειτουργία του ελληνικού συστήματος. Η επιχειρησιακή λειτουργία χρειαζόταν ακόμη δουλειά αλλά πάντα προηγείται η πειραματική. Δυστυχώς όλα έμειναν πίσω από τότε».
Ελληνική καθυστέρηση
«Από το σημείο εκείνο ξεκίνησε η περίεργη στάση του Υπουργείου Εξωτερικών όπου αποφασίστηκε η δημιουργία μίας Εθνικής Επιτροπής για τα Τσουνάμι με Πρόεδρο τον Καθηγητή του Πολυτεχνείου Χανίων κ. Κώστα Συνολάκη», εξηγεί ο κ. Παπαδόπουλος. «Η Επιτροπή έχει συνεδριάσει από τον Μάρτιο του 2008 μέχρι σήμερα 7-8 φορές αλλά έχει παράγει μηδενικό έργο. Πρακτικά των συνεδριάσεων δεν υπάρχουν, γραμματέας δεν έχει οριστεί, η σύνθεση της Επιτροπής θυμίζει «λάστιχο» γιατί ο Πρόεδρος της καλεί και πρόσωπα εκτός της Επιτροπής της δικής του επιλογής ενώ αγνοούνται επιδεικτικά επιστήμονες με πολυετή εμπειρία στα θέματα των τσουνάμι».
Από τον Φεβρουάριο του 2009 μέχρι σήμερα η Επιτροπή έχει περιπέσει σε πλήρη αδράνεια γιατί δεν συγκαλείται από τον Πρόεδρό της, παρά το γεγονός ότι στην UNESCO γίνονται τακτικές συναντήσεις που πολλές φορές έχουν και κρίσιμο χαρακτήρα, δεδομένου ότι η τουρκική πλευρά έχει ήδη από τον Νοέμβριου του 2007 εγείρει την αξίωση να δημιουργήσει κέντρο τσουνάμι και να έχει τον επιχειρησιακό έλεγχο όχι μόνο της Θάλασσας του Μαρμαρά και της Μαύρης Θάλασσας αλλά επίσης του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου. Αυτές οι αξιώσεις προσδίδουν σημαντική εθνική διάσταση στο θέμα του συστήματος τσουνάμι παρά το γεγονός ότι αυτό δεν έχει γίνει ευρύτερα γνωστό μέχρι σήμερα.
Βεβαίως οι ελληνικές θέσεις σ’ αυτό το ευαίσθητο ζήτημα πρέπει να καθορίζονται από τις υπηρεσίες του ΥΠΕΞ με πολιτική καθοδήγηση αλλά ο ρόλος της Επιτροπής σε συμβουλευτικό επιστημονικό-τεχνικό επίπεδο θα μπορούσε να είναι καθοριστικός και πολύτιμος για το ΥΠΕΞ. Δυστυχώς, για μια ακόμη φορά το κράτος εμφανίζεται ανίκανο να δημιουργήσει και λειτουργήσει αξιόπιστες και αποτελεσματικές «εθνικές επιτροπές». Ο Δρ Γ. Παπαδόπουλος είναι εξαιρετικά ανήσυχος: «΄Ηδη έχουμε αργήσει και φοβούμαι ότι τα λάθη αυτά θα τα βρούμε μπροστά μας».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου